Το βέβαιο σε όλες τις θεολογικές και επιστημονικές θεωρίες είναι το γεγονός ότι ο άνθρωπος, από την πρωταρχική εμφάνιση του στη γη, θεώρησε τον εαυτό του και το υλικό περιβάλλον του σαν κάτι το εφήμερο, το μεταβλητό και το περαστικό. Η μεταλλαγή των όντων και των πραγμάτων τού φανέρωσε ναι μεν ότι ο θάνατος ακολουθούσε αναπόφευκτα κάθε γέννηση, αλλά όλα αυτά θα έπρεπε να είχαν κάποιο νόημα, κάποια δικαιολογία κάποιο «γιατί».
Έβλεπε ότι οι αγέλες πορεύονταν αναζητώντας νερό και τροφή, οι χείμαρροι έψαχναν για τη θάλασσα, η φωτιά ανυψωνόταν αναπόφευκτα προς τον ουρανό. Και απ’ όλα αυτά συμπέρανε (οι μυστηριώδεις φωνές τού το υπαγόρευσαν μέσα του) ότι και αυτός και όλα τα ζωντανά πλάσματα βάδιζαν προς ένα σημείο που βρισκόταν πιο πέρα απ’ το άμεσο περιβάλλον τους. Έτσι εκατομμύρια χρόνια πριν τον Αριστοτέλη, γεννήθηκε η μεταφυσική.
Μέσα απ’ τις διδασκαλίες των πνευματικών οδηγών του και την παρατήρηση των κύκλων που εκδηλώνονταν στη φύση, ο άνθρωπος απέκτησε τη βεβαιότητα ότι τίποτα δεν εξαφανιζόταν οριστικά και τελειωτικά, ότι όλα ξαναγυρνούσαν και ξαναγεννιόντουσαν. Έτσι άρχισε να θεωρεί το σώμα του σαν μια καλύβα, δηλαδή σαν προσωρινή κατοικία που θα έδινε τη θέση της σε άλλη, όταν αυτή, από γηρατειά ή καταστροφή, δεν θα του ήταν πια χρήσιμη. Ανακάλυψε τη δική του αθανασία και την ανανεωμένη παρουσία της στο θέατρο του κόσμου. Επίσης κατάλαβε ότι ο τόπος των ζωντανών και ο τόπος των νεκρών ήταν μεν χωρισμένοι αλλά από ένα λεπτό τοίχο, μέσα από τον οποίο μπορούσε κανείς να ακούει και ακόμα να βλέπει.
Ένα άϋλο αλλά τρομερά πραγματικό σύμπαν ανοίχτηκε μπρος στις αισθήσεις του και το νου του. Και μαζί με το εργαλείο για το όργωμα σκάλισε φυλακτά και ανέγειρε βωμούς που, σαν μαγικά σκαλιά, του επέτρεπαν να διεισδύσει σ’ αυτόν τον «εσωτερικό άνθρωπο» που ήταν πιο πέρα από τα βάσανα και τις ηδονές, σ’ έναν κόσμο όπου οι αγέλες των ζώων ήταν αναρίθμητες, το κυνήγι ανεξάντλητο, δένδρα πάντα όρθια… Πίσω απ’ το μεταβλητό πλανητικό ουρανό ανακάλυψε τον αστρικό. Τα αμετάβλητα στοιχεία του φανερώθηκαν. Ενώνοντας τα μεν με τα δε αντιλήφθηκε τις πρώτες γεωμετρικές μορφές, καθαρές και σταθερές. Διαισθάνθηκε τα αρχέτυπα που δεν υφίσταντο στο χρόνο και κυριαρχούσαν στο χώρο.
Βρέθηκε μεταξύ ενός γήινου κι ενός ουράνιου κόσμου, ανεβοκατεβαίνοντας από τον έναν στον άλλον, διατρέχοντας την αόρατη γέφυρα των μετενσαρκώσεων, που, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, συνδέθηκε με το ουράνιο τόξο και τα 7 του χρώματα.
Θαύμασε τα ζώα που ανέπνεαν κάτω από το νερό, αυτά που πετούσαν πιο ψηλά απ’ τα βουνά και τα δένδρα κι εκείνα που φύλαγαν στις φλούδες τους τις προσωπικές σφραγίδες των πεθαμένων παππούδων τους. Διαλογίστηκε πάνω στη βούληση, που την φώναζαν οι πέτρες όταν γκρεμίζονταν και πάνω στη μυστηριώδη εμφάνιση ενός πράσινου θαύματος από κάθε θαμμένο σπόρο και σύνδεσε αυτό το τελευταίο με τη γονιμοποίηση της γυναίκας και την ανανεωμένη ελπίδα των τέκνων.
Όταν έπρεπε να δώσει ορισμένη μορφή στο σπίτι του, έβαζε έναν ή περισσότερους στύλους από κορμούς δέντρων, τους οποίους έκοβε απ’ το δάσος. Τα θηράματα από το κυνήγι του έδωσαν όχι μόνο τροφή αλλά και γούνες και δέρματα για να προστατεύεται απ’ το κρύο και να κάνει ευκολότερες τις πορείες του. Από τα λατομεία και τα βουνά εξόρυξε τα υλικά για τις αιχμές των όπλων του και κατασκεύασε λειαντικά εργαλεία για να δώσει χρήσιμο σχήμα στα αντικείμενά του. Με τα αγκάθια των ψαριών έφτιαξε αγκίστρια που του προμήθευαν νέα ψάρια. Τα σταθερά αστέρια του επέτρεψαν να προσανατολίζεται τη νύχτα κι έτσι μπορούσε να επιστρέφει ευτυχισμένος στην οικογένειά του μετά από κάθε απομάκρυνσή του. Με τη βοήθεια της φωτιάς, έβγαζε από κάποια πετρώματα πυρακτωμένο υγρό, που το σκλήραινε σε πήλινα καλούπια. Αυτό οδήγησε τον άνθρωπο στην ανακάλυψη της μεταλλουργίας, εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν απ’ ό,τι πιστεύουν οι σημερινοί ειδικοί (αυτοί δηλαδή που ανήκουν στην ίδια «φυλή» μ’ εκείνους που στα επιστημονικά συνέδρια του περασμένου αιώνα, ισχυρίζονταν ότι το σπήλαιο της Αλταμίρα είχε ζωγραφιστή από έναν Γάλλο).
Ο άνθρωπος, επειδή είχε καταλάβει ότι ο ίδιος ήταν κάτι παρά πάνω από το σώμα του, όταν αυτό πέθαινε, το κατέστρεφε. Με τη φωτιά, με την ταφή, με τη μουμιοποίηση ή διαμελισμένο τελετουργικά. Ήταν η επιβεβαίωση της «εσωτερικής» γνώσης για την ίδια του την επιβίωση μετά το θάνατο και ακόμα για την απελευθέρωσή του από το βαρύτερο και πιο ενοχλητικό απ’ τους φορείς του. Ο νόμος των κύκλων θα τον έκανε να ξαναγυρίσει στη γη. Αλλά εν τω μεταξύ προτιμούσε να αγνοεί ή να αφήσει αυτήν τη γνώση για τους πνευματικά δυνατότερους. Δηλαδή τους ιερείς του, τους μάγους, τους βασιλείς-μύστες του. Κι έτσι, κατά καιρούς, χώριζαν και ενώνονταν οι αντίστοιχες, «εσωτερική» και «εξωτερική», πλευρές.
Αλλά σε κάτι συμφωνούσαν όλοι… Σε κάτι τόσο φανερό, που μονάχα οι πολύ χαζοί στην πιο ανόητη στιγμή της ιστορίας μπόρεσαν ν’ αρνηθούν: ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Γιατί αυτό που ονομάζουμε «Παρουσία» ήταν κάτι που περιείχετο στην ουσία όλων των πραγμάτων και όλων των όντων. Πραγματικά ο άνθρωπος έφτασε στην ουσιαστική διαφοροποίησή του από τα ζώα, όταν απέκτησε τη βεβαιότητα της ύπαρξης του θεού, «μυστηριωδώς ενσωματωμένο στη δική του συμμετοχή της θεότητας-Φύσης». Για τους προγόνους μας δεν υπήρχε διχοτόμηση ούτε αντίφαση μεταξύ της ψυχής και του σώματος. Όλα ήταν ένα και ταυτόχρονα πολλαπλά, άπειρα πλούσια σε χροιές, χαρακτηριστικά και μεγέθη.
Όπως όταν αυθυποβαλλόμαστε για να δούμε μόνο ένα χέρι, θα πούμε ότι είναι «ένα» και όταν αυθυποβαλλόμαστε για να δούμε πέντε δάκτυλα θα πούμε ότι είναι «πέντε». Συνεπώς η αντίληψη για το ένα και για το πολλαπλό εξαρτάται απ’ το κριτήριο με το οποίο την εξετάζει κανείς. Ο άνθρωπος υπήρξε δέκτης μιας διδασκαλίας που του επέτρεψε ν’ αντιλαμβάνεται ενότητα και πολλαπλότητα, μοίρα και ελευθερία, υπακοή και δημιουργία.
Σήμερα, στα τέλη αυτού του προβληματισμένου 20ου αιώνα, που είχε την αρετή να μας μάθει ότι ξέρουμε πολύ λίγα και ότι σφάλουμε πολύ συχνά, μας φαίνονται κωμικοί οι «θετικιστικοί» ισχυρισμοί του 19ου αιώνα, οι «επιστημονικές» προλήψεις του και ο παιδιάστικος, για να μην τον πούμε πιθηκοειδή, αθεϊσμός. Ίσως το μόνο φανερό, τόσο για το μορφωμένο όσο και για τον αμαθή, είναι αυτό το «Κάτι» που ονομάζουμε Θεό και που έδωσε βούληση διαιώνισης στα πράγματα, αγάπη στα όντα και έναν θαυμάσια έξυπνο σχεδιασμό στα σώματα και στη ζωή των πάντων.
Η «τύχη» ποτέ δεν θα μπορούσε να δώσει μάτια μπούφου στα φτερά της νυχτερινής πεταλούδας για να φοβίζει τους εχθρούς της, να σχεδιάσει τη διπλή αντλητική βαλβίδα μιας καρδιάς, ούτε να προγραμματίσει τη διατήρηση των «μικροκλιμάτων» στα σπήλαια, μέσα από εναλλαγές στη θερμοκρασία και ρυθμίσεις στη συγκέντρωση ορισμένων αερίων της ατμόσφαιρας. Αυτό το «Κάτι» επαγρύπνησε για να μπορούν τα αερόβια βακτηρίδια να επιβιώνουν χωρίς αέρα και δημιούργησε την αλλαγή των ισημεριών. Προμήθευσε τις ομαδικές διάνοιες που διοικούν τις αγέλες (τις «ομαδικές ψυχές» των εσωτεριστών) και τις αόρατες ασπίδες που προστατεύουν την επιφάνεια του πλανήτη μας από την κοσμική ραδιενέργεια. Από τον επικίνδυνο κεραυνό δημιούργησε το ευεργετικό όζον και από τα τρομερά κύματα που χτυπούν τους γκρεμούς, τα απαραίτητα για τη ζωή αρνητικά ιόντα. Είναι τόσες και τόσες οι εκδηλώσεις αυτές... αλλά πίσω τους, μπροστά τους και μέσα τους βρίσκεται Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
ΓΙΑΤΙ ΤΟΤΕ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΟΣΟΙ ΑΘΕΟΙ;
Πραγματικά δεν υπάρχουν τόσοι άθεοι όπως συνήθως πιστεύεται. Έτσι όπως δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι όλοι οι κάτοικοι μιας «επίσημα» χριστιανικής χώρας πηγαίνουν τακτικά στην εκκλησία και πιστεύουν πραγματικά στην κόλαση και τον παράδεισο όπως περιγράφονται στα ευαγγέλια και στην αποκάλυψη, έτσι δεν μπορούμε να πιστέψουμε ότι όλα τα εκατομμύρια των κατοίκων π.χ. της ΕΣΣΔ υπήρξαν άθεοι.
Απ’ την άλλη μεριά, το να μην τηρεί κανείς αυστηρά μια ορισμένη θρησκεία, δεν σημαίνει ότι δεν πιστεύει, δεν νοιώθει και δεν διαισθάνεται αυτήν την παρουσία που ονομάζουμε Θεό. Είναι καλό να διαλογιστούμε πάνω σ’ αυτό, γιατί υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που πιστεύουν σ΄ Αυτόν και προσεύχονται με τα έργα τους, με την ηθική ορθότητα της ζωής τους, με την τιμιότητα και τη γενναιοδωρία τους, χωρίς να ασκούν το τυπικό μιας συγκεκριμένης θρησκεία... Και πιστεύουν ένθερμα ότι υπάρχει ένα «υπέρ πέραν» ένα «κάτι» που δικαιολογεί όλες τους τις προσπάθειες, ακόμη και την ίδια την πορεία του γαλαξία.
ΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑΣ ΜΟΝΟ ΘΕΟΣ ΤΟΤΕ ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΟΣΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ;
Η απαίτηση ενός «πνευματικού κομμουνισμού» είναι η πιο επικίνδυνη. Έτσι όπως ένα μόνο χτύπημα του μπαστουνιού στο μπιλιάρδο κινεί μερικές μπάλες, η μοναδική «παρουσία του θεού», αφού είναι τόσο διαφοροποιημένη και επηρεάζει τόσα διαφορετικά όντα, κάνει να εμφανίζονται διάφορες θρησκευτικές μορφές, πολύ διαφορετικές στην εθιμοτυπική επιφάνεια τους αλλά πολύ παρόμοιες, αν όχι όμοιες, στην ουσία τους.
Επιπλέον, οι διάφορες εποχές και περιοχές γέννησαν διαφορετικούς θεολογικούς συμβολισμούς. Η παρουσία του Θεού δεν μπορούσε να εκδηλωθεί με τον ίδιο τρόπο στη Σουμερία πριν 5.000 χρόνια, στην Ινδία πριν 2.500 χρόνια ή στην Αραβία πριν 1.300. Οι γεωπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές διαφοροποιήσεις δεν επέτρεπαν μια και μοναδική έκφραση.
Απ’ την άλλη μεριά, εξαρτάται από το ποιος είναι αυτός που δέχεται μια ορισμένη διδασκαλία. Λέγεται ότι ο Τζέγκινς Χαν, στον 13ο αιώνα, άφησε κατάπληκτο το μουσουλμάνο σύμβουλό του όταν, αφού τον ρώτησε αν ο Αλλάχ είναι παντού και πήρε καταφατική απάντηση, είπε ότι δεν έβρισκε το λόγο που έπρεπε να χαιρετίσει τη Μέκκα και όχι τα οπίσθια της καμήλας του. Φαίνεται ότι δεν ήταν πολύ έξυπνος ο σύμβουλός του, γιατί θα μπορούσε να του εξηγήσει ότι όταν οι μουσουλμάνοι χαιρετούν κοιτάζοντας προς τη Μέκκα δεν το κάνουν μονάχα για το Θεό αλλά και για το μυθικό-ιστορικό γεγονός που σχετίζεται με το Μωάμεθ.
Η φανατική πίστη ότι υπάρχει μόνο μια αληθινή θρησκεία έχει κάνει να τρέξουν ποτάμια αίματος στο χειρότερο ρατσισμό, τον πνευματικό. Όλες οι θρησκείες είναι αληθινές σε ορισμένο χώρο και ιστορικό χρόνο. Αυτοί που συνήθως δεν είναι αληθινοί είναι οι άνθρωποι, που κάτω από τις σημαίες των θρησκειών εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να αναγκάσουν τους άλλους ν’ ακολουθήσουν τις δικές τους πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές πεποιθήσεις. Τους εκμεταλλεύονται και τους εκφυλίζουν, εξαπατώντας τους.
ΕΙΝΑΙ ΟΙ «ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ» ΑΙΡΕΣΕΙΣ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ;
Βέβαια όχι. Γιατί αυτές οι αιρέσεις συνήθως είναι απλές «κατασκευασμένες» θρησκείες και στηρίζονται, λιγότερο ή περισσότερο, σε άλλη μεγαλύτερη. Κι έτσι μιλούν για «εσωτερικό Χριστιανισμό» ή για «Χάρε Κρίσνα». Επιπλέον δεν έχουν καμία εξωτερική βάση και υποδομή… Είναι μονάχα διάφορα συμπλέγματα από αλλοτριώσεις και κακά επιλεγμένα κομμάτια από παραδόσεις.
Χωρίς φιλοσοφία, δηλαδή χωρίς αγάπη στην αλήθεια, δεν υπάρχει μυστικιστική μορφή που να μην ισοπεδώνει μερικούς για να ανεβάσει κάποιους άλλους και να μην καταντάει έτσι αφύσικη.
Η μελέτη της ιστορίας της ανθρωπότητας μάς παρέχει τον αμερόληπτο εκλεκτικισμό να θεωρούμε ισάξια την πίστη στον Απόλλωνα-Ήλιο και στον «Πατέρα ημών» που βρίσκεται στους ουρανούς. Και πρέπει να σεβόμαστε φιλοσοφικά το δρόμο που ο καθένας πιστεύει και αισθάνεται ως τον καλύτερο, πέρα απ’ τη βάπτιση που σαν νεογέννητο έλαβε απ’ την καλή διάθεση των γονέων του ή απλώς από τη μόδα και την οικογενειακή παράδοση.
Το φως της φιλοσοφίας μας επιτρέπει να διακρίνουμε τα πολλά χρώματα και τις μορφές και να ανακαλύψουμε σ’ αυτά, καθώς και σε ολόκληρο το σύμπαν
ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ